Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Μια ιστορία που έγινε καπνός

«Κάτω οι φόροι του φορομπήχτη», ήταν το σύνθημα κατά του Χαρίλαου Τρικούπη, του πρώτου πολιτικού άνδρα της χώρας που επέβαλε φορολογία στα καπνά. Η επεισοδιακή επίσημη επίσκεψή του στο Αγρίνιο δεν είναι η μοναδική «ανακάλυψη» που έκανε η Αγρινιώτισσα σκηνοθέτις Γεωργία Μαυραγάνη, από τα δυναμικά μέλη της Κίνησης Μαβίλη, βουτώντας στην....
πρόσφατη ιστορία της χώρας και καταγράφοντας για τη θεατρική σκηνή την ιστορία του Αγρινιώτικου καπνού.


Παιδί, εγγόνι, ανίψι και ξαδέρφι καπνοκαλλιεργητών ή καπνεργατών, η Γεωργία Μαυραγάνη με την παράστασή της «Από Πρώτο Χέρι», που ήδη ανέβηκε στο Αγρίνιο προκαλώντας μεγάλους συναισθηματικούς κραδασμούς και τον Οκτώβριο κατηφορίζει στην Αθήνα (από τις 16 Οκτωβρίου στο Bios), έστησε ένα πρότζεκτ-μνημείο της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου. Επένδυσε καλλιτεχνικά σε μνήμες και εμπειρίες από «γιαγιάδες, παραγιαγιάδες, παππούδες και παιδιά που μεγάλωσαν και ωρίμασαν μέσα στη μυρωδιά και την κόλλα του καπνού της πόλης του Αγρινίου» και δικαιώθηκε.

Η θεατρική παράσταση-ντοκουμέντο, που χτυπάει «κόκκινο» και στις περιοχές του θυμικού, με πρωταγωνιστές «όλο το Αγρίνιο, με εικόνες, μνήμες, εμπειρίες, μαρτυρίες και, κυρίως, με μυρωδιά-ψυχή καπνού», είναι το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα μιας εμπεριστατωμένης έρευνας των συντελεστών της (στο κομμάτι της έρευνας και των συνεντεύξεων καπνεργατών και καλλιεργητών καπνού συνέπραξαν και οι ερμηνεύτριές της Κατερίνα Καραδήμα, Δανάη Σπηλιώτη και Φρύνη Θετάκη, που έχουν επίσης αγρινιώτικες ρίζες). Παρ” όλ” αυτά δεν στηρίζεται μόνο σε μνήμες και αφηγήσεις, αλλά τεκμηριώνεται κι από δύο εκδόσεις: το «Η δουλειά κι ο κόπος της» του Ευάγγελου Παπαστράτου και το ιστορικό δοκίμιο «Καπνεργάτες – οι κυνηγοί του ονείρου» του Αριστείδη Μπαρχαμπά. (Στην αθηναϊκή παράσταση τη Φρύνη Θετάκη θα αντικαταστήσει η Μαντώ Κεραμυδά.)

Οι επιδοτήσεις

- Σε ποιο βαθμό είναι βιωματική η σχέση σας, κυρία Μαυραγάνη, με τα καπνά;

«Η γιαγιά μου καπνά καλλιεργούσε. Και η μάνα και ο πατέρας μου δούλευαν στα καπνά ως παιδιά, προτού γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Αλλά και τα αδέλφια του πατέρα μου και όλα τα παιδιά τους τα θυμάμαι να δουλεύουν σε αυτά, μέχρις ότου σταμάτησαν από τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις».


Η Γεωργία Μαυραγάνη

- Πώς ξεκινήσατε τις συνεντεύξεις;

«Ξεκινήσαμε παίρνοντας συνεντεύξεις από ανθρώπους που δούλεψαν το χλωρό καπνό και ανθρώπους που δούλεψαν ως καπνεργάτες στα εργοστάσια του Παπαστράτου στο Αγρίνιο, πρόσφυγες κυρίως, φοβερές περσόνες, που έδωσαν πολύ μεγάλο αγώνα για τα εργατικά δικαιώματα και στους οποίους οφείλουμε την καθιέρωση του 8αώρου. Ο Ρίτσος έγραψε τον Επιτάφιο για έναν καπνεργάτη που δολοφονήθηκε σε απεργία στη Θεσσαλονίκη. Το καπνεργατικό κίνημα συμπυκνώνει όλα τα κινήματα του εργατικού χώρου, αλλά το βασικότερο είναι ότι η ιστορία του καπνού είναι η ιστορία της Ελλάδας. Τα καπνά ήταν μια μονοκαλλιέργεια που αρχικά έδινε τη δυνατότητα να είναι οι άνθρωποι αυτόνομοι. Ξεριζώθηκε και άλλαξε την ελληνική οικονομία, οδηγώντας την στη σημερινή γνωστή κατάσταση».

Το ΠΑΣΟΚ!

- Η παράστασή σας σχολιάζει, υπογραμμίζει αυτή τη φθίνουσα πορεία;

«Ναι. Εχει πολύ ΠΑΣΟΚ! Επί ΠΑΣΟΚ αρχίζουν οι επιδοτήσεις για να σταματήσουν οι καλλιέργειες».

- Να σταματήσουν για ποιο λόγο;

«Στην αρχή είτε για να αλλάξει η καλλιέργεια -σε τι, άραγε, σε ζαχαροκάλαμου;-, ή η ποιότητα του καπνού. Αλλά αυτή η νέα ποικιλία που επέβαλε η Ε.Ε., η virginia, απαιτεί τεράστιες εκτάσεις. Οι περισσότεροι καλλιεργητές είχαν μικρά χωράφια και δεν μπορούσαν να συνεχίσουν. Τελικά, η επιδότηση έγινε για να ξεριζώσουν μια καλλιέργεια που, πρέπει να τονιστεί, ξεκινά από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».

- Η ευρωπαϊκή ρήτρα σε τι στόχευε;

«Θέλαν να χτυπήσουν τη μονοκαλλιέργεια, όχι ειδικά τον καπνό. Αν κοιτάξεις όλες οι μονοκαλλιέργειες της Ελλάδας έτσι σταμάτησαν. Βρισκόμουν προ ημερών στην Τήλο. Κάτοικοί της μου ανέφεραν ότι σταμάτησαν να καλλιεργούν κριθάρι επειδή πήραν επιδοτήσεις για να πάψουν. Οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν να υπάρχει αυτονομία, αλλά να ελέγχονται τα πράγματα από μεγάλες εταιρείες. Ηταν μία από τις προϋποθέσεις της εισόδου μας στην Ε.Ε. Αυτό που μας λέγανε αυτοί οι άνθρωποι είναι ότι «από τη μια μεριά λευτερωθήκαμε απ” την καπνόριζα, που ήταν μια πολύ βαριά δουλειά, από την άλλη χάσαμε την αυτονομία μας». Η φορολόγηση του καπνού ξεκινά πολύ νωρίς, από τον Τρικούπη. Δηλαδή, η τακτική όποτε ζορίζουν τα πράγματα να φορολογείται ο καπνός, ξεκινά απ” τη δική του διακυβέρνηση. Ως ένδειξη διαμαρτυρίας του είχαν στρώσει στο Αγρίνιο να πατήσει πάνω σε φύλλα καπνού».

Βαριά δουλειά

- Τι ήταν αυτό που πραγματικά σας αποκαλύφθηκε από τις συναντήσεις σας με τους ανθρώπους του καπνού, τι είναι αυτό που ξεχωρίζετε από τις μαρτυρίες, τις θερμοκρασίες των μαρτυριών;

«Κάτι που λείπει σήμερα. Τη φοβερή δύναμη αυτών των ανθρώπων. Γιατί τα καπνά είναι μια τρομερά βαριά δουλειά. Από τις πιο βαριές, η οποία μάλιστα διαρκεί όλο το χρόνο. Ολη τη μέρα από τις 3 τα ξημερώματα είσαι σκυμμένος. Ετρωγαν την ντοματοσαλάτα τους και πήγαιναν στις καλλιέργειες στις 3, γιατί αν βγει ο ήλιος δεν μπορεί να μαζευτεί ο καπνός. Και με την κόλλα, τη μαυρίλα, επέστρεφαν στην αυλή του σπιτιού κι άπλωναν όλα τα φύλλα και άρχιζαν το αρμάθιασμα. Διακοπές δεν υπήρχαν στην οικογένεια ούτε και για τα παιδιά. Η φροντίδα του καπνού ήταν σαν τη φροντίδα ενός μωρού. Ξεκινούσε απ” το να βάλεις σε ένα σεντόνι το σπόρο, μέχρι να μεγαλώσει να βγάλει σποράκια και να τον φυτέψεις. Μετά, όλη η πορεία μέχρι τη συγκομιδή ήταν σαν να φρόντιζες άνθρωπο. Τα παιδιά του Αγρινίου αυτό που βίωσαν ήτανε ότι τους κλέβουν τη φροντίδα για να τη δίνουν στον καπνό».

- Σε τι ποσοστό καταπιάστηκε με τα καπνά η αγρινιώτικη κοινωνία;

«Σε ένα ποσοστό 90%. Δεν υπάρχει αγρινιώτικη οικογένεια χωρίς παρελθόν στα καπνά. Το ίδιο ισχύει και για την Καβάλα και για την Ξάνθη».

- Οι μικροί καλλιεργητές έβγαζαν λεφτά;

«Αυτοί που είχαν τα χλωρά έβγαζαν καλά λεφτά, πάντρευαν τις κόρες, έφτιαχναν σπίτια, ζούσαν αξιοπρεπώς. Σε αντίθεση με τους πρόσφυγες».

Η καταστροφή

- Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά αμετάκλητα το ’80;

«Ναι. Και το ’90 αρχίζει η μεγάλη καταστροφή. Γιατί αντικαθίσταται η παραδοσιακή ποικιλία, το τσεμπέλι, από το virginia. Αυτό που μας κρύβουν είναι ότι το virginia απαιτεί μεγάλες ποσότητες φυτοφαρμάκων. Εχουμε στην παράσταση μια μαρτυρία για τους καρκίνους και τις στειρώσεις που πάθαιναν όσοι ράντιζαν -τη δουλειά αυτή την έκαναν οι Αλβανοί. Υπήρχε και ακόμα μια ποικιλία, το μυρωδάτο, που καλλιεργούσαν έξω από το Αγρίνιο και για την οποία έχει συνθέσει τραγούδι κι ο Ξυδάκης. Ο παππούς μου μάς έλεγε «τι καπνίζετε!». Δεν έβαζε στο στόμα του το virginia! Το τσεμπέλι έχει αρχίσει και ξανακαλλιεργείται τελευταία…». 

enet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: